dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
γυαλίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ακονίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γυάλισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λουστράρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λουστράρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
στίλβωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στιλβώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ανακαινίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufpolieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σουλουπώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufpolieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παρεμβάλλω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
interpolieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παρενθέτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
interpolieren
Ⓦ
Ⓖ
…