dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
καρφώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nageln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γαμώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nageln
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
καθήλωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Annageln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
καθηλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
annageln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κάρφωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Annageln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
καρφώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
annageln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κάρφωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Festnageln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καθηλώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festnageln
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ολοκαίνουργος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nagelneu
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κατακαίνουριος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nagelneu
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
κολλαριστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nagelneu
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καρφώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zunageln
Ⓦ
Ⓖ
…