dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
ισόβιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lebenslänglich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ισόβια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lebenslänglich
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
ο
ισοβίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lebenslängliche
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ισοβίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Lebenslänglicher
Ⓦ
Ⓖ
…