dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
παγιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εδραιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εμπεδώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατοχυρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
σταθεροποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στερεώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συσφίγγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στερεοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
festigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
μονιμοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
befestigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
οχυρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
befestigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παγιώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
befestigen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
στερεώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
befestigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τειχίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
befestigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
στερεοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verfestigen
Ⓦ
Ⓖ
…