dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
κατακτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
κυριεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αποκτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εκπορθώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καταχτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πορθώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
κατακτητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erobernd
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ευάλωτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leicht zu erobern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ανακατακτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurückerobern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαταλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurückerobern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξανακερδίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zurückerobern
Ⓦ
Ⓖ
…