dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ζεματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brühen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζεματώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brühen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ζεματίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich verbrühen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζεματίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verbrühen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ζεματώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verbrühen
Ⓦ
Ⓖ
…