dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Επίθετο
πλούσιος σε είδη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
artenreich
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
ποικιλία ειδών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Artenreichtum
Ⓦ
Ⓖ
…