dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
απορροφώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
absorbieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
απορροφητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
absorbierend
Ⓦ
Ⓖ
…