dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
περιοδικό πληροφορικής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Computerzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
εξειδικευμένο περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fachzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τηλεοπτικό περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fernsehzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
γυναικείο περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Frauenzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
περιοδικό μόδας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Modezeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
μηνιαίο περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Monatszeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
μουσικό περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Musikzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τηλεοπτικό περιοδικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Programmzeitschrift
Ⓦ
Ⓖ
…