dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
θαυματουργώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wunder wirken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
θαυματουργός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wunder wirkend
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
θαυματουργικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Wunder wirkend
Ⓦ
Ⓖ
…