dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διάθεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
απόφαση (δικαστηρίου)
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαταγή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
διάταγμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διάταξη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
ασφαλιστικά μέτρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einstweilige Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
νομ.
διάταξη τελευταίας βούλησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
letztwillige Verfügung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαθήκη εν ζωή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Patientenverfügung
Ⓦ
Ⓖ
…