dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
σήραγγα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tunnel
Ⓦ
Ⓖ
…
γαλαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Tunnel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τούνελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Tunnel
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
τούνελ διαφυγής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fluchttunnel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σήραγγα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Tunnelbau
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
μετροπόντικας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tunnelbohrmaschine
Ⓦ
Ⓖ
…