dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αρτηρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schlagader
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
προσωπική αρτηρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gesichtsschlagader
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καρωτίδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Halsschlagader
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αορτή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hauptschlagader
Ⓦ
Ⓖ
…