dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
καθυστέρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
οπισθοδρόμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
υπόλειμμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
υπόλοιπο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υστέρηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
εκκρεμείς υποθέσεις
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rückstand der Gerichte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
καθυστερούμενα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rückstände
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
οπισθοδρομικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rückständig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
καθυστερημένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rückständig
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
οπισθοδρομικότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rückständigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
υπόλοιπο καύσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verbrennungsrückstand
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
υπόλειμμα καύσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verbrennungsrückstand
Ⓦ
Ⓖ
…