dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
έκπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Preisnachlass
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
πώληση με έκπτωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Verkauf mit Preisnachlass
Ⓦ
Ⓖ
…