dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
οντολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ontologie
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
δεοντολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Deontologie
Ⓦ
Ⓖ
…
γεροντολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gerontologie
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
παλαιοντολογία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Paläontologie
Ⓦ
Ⓖ
…