dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ελιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Olive
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
ελιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Olivenbaum
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ελαιόδεντρο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Olivenbaum
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
ελαιώνας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Olivenhain
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ελαιόλαδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Olivenöl
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λιόλαδο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Olivenöl
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αγριλιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wilde Olive
Ⓦ
Ⓖ
…