dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αντοχή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kondition
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
όρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kondition
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
υποθετική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Konditional
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
υποθετική έγκλιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Konditional
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
εξαρτημένο αντανακλαστικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
konditionierter Reflex
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
προπόνηση αντοχής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Konditionstraining
Ⓦ
Ⓖ
…