dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
ιδεαλιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Idealist
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
ιδεαλίστρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Idealistin
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ιδεαλιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
idealistisch
Ⓦ
Ⓖ
…