dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
γυψαδόρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gipser
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
γυψωτής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gipser
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κατασκευαστής γύψινων εκμαγείων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gipser
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
κατασκευάστρια γύψινων εκμαγείων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gipserin
Ⓦ
Ⓖ
…