dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κατσίκα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geiß
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
αγιόκλημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Geißblatt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
θεομηνία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geißel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
μάστιγα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geißel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
φάλαγγα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geißel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
φάλαγγας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Geißel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
δέρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geißeln
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
μαστίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
geißeln
Ⓦ
Ⓖ
…