dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
βιομηχανία της εστιάσεως
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Gaststättengewerbe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
προσωπικό εστιατορίων
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beruf im Gaststättengewerbe
Ⓦ
Ⓖ
…