dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
εστία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fokus
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
εστιάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fokussieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εστίαση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fokussierung
Ⓦ
Ⓖ
…