dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αντιαεροπορική άμυνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Flugabwehr
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αεροπορική άμυνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Flugabwehr
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
αντιαεροπορικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Flugabwehr-
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
αντιαεροπορικό πυροβόλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Flugabwehrkanone
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντιαεροπορικός πύραυλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Flugabwehrrakete
Ⓦ
Ⓖ
…