dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
φλερτ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flirt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ερωτοτροπία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flirt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κόλλημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flirt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
κόρτε
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flirt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
χαριεντισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Flirt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
φλερτάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γαμπρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ερωτοτροπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ζαχαρότευτλο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
χαριεντίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κορτάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
flirten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
φλερτ στις διακοπές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Urlaubsflirt
Ⓦ
Ⓖ
…