dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
λίμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feile
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ράσπα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feile
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ρινί
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feile
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
λιμάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λιμάρισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τελειοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ρινίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ρίνισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λίμα νυχιών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Nagelfeile
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λίμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Nagelfeile
Ⓦ
Ⓖ
…