dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
διάλεκτος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dialekt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ιδίωμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dialekt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ντοπιολαλιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dialekt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
διαλεκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dialektal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ιδιωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dialektal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
διαλεκτική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dialektik
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
διαλεκτικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dialektisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διαλεκτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dialektisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ιδιωματικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dialektisch
Ⓦ
Ⓖ
…