dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
δίαιτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Diät
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
διαιτολόγιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Diät
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
διαιτητικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Diät-
Ⓦ
Ⓖ
…
βουλευτική αποζημίωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Diäten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
διαιτητικό προϊόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
diätetisches Lebensmittel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
τρόφιμα διαίτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Diätkost
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
διατονικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
diatonisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
διαιτολόγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diätspezialist
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αυστηρότατη δίαιτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Nulldiät
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
υπότροφος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Stipendiat
Ⓦ
Ⓖ
…