dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
αντιφασίστας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Antifaschist
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
αντιφασιστής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Antifaschist
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
αντιφασίστρια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Antifaschistin
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
αντιφασιστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
antifaschistisch
Ⓦ
Ⓖ
…