dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
ο
Αχιλλέας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Achilles
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
αχίλλειος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Achilles-
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
αχίλλειος πτέρνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Achillesferse
Ⓦ
Ⓖ
…