dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
ψεύτικο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Attrappe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
ψεύτικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
falsch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ψεύτικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
künstlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ψεύτικος κόσμος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Scheinwelt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ψεύτικος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unecht
Ⓦ
Ⓖ
…