dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
χαψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bissen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
χαψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Häppchen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
κάνω μια χαψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
als Ganzes essen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κάνω μια χαψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
als Ganzes verschlucken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάνω μια χαψιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
hinunterschlucken
Ⓦ
Ⓖ
…