dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
χαμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Verlust
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
χαμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Chaos
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
χαμόσπιτο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bruchbude
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
χαμόσπιτο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Elendsquartier
Ⓦ
Ⓖ
…
γίνεται χαμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
es ist die Hölle los
Ⓦ
Ⓖ
…
!
χαμός γίνεται
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
es ist viel los
Ⓦ
Ⓖ
…