dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
φαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
satt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zerfressen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
φαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abgenutzt
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
σκοροφαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mottenzerfressen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ποντικοφαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
von Mäusen zerfressen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
σκουληκοφαγωμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wurmstichig
Ⓦ
Ⓖ
…