dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bezug
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Polsterung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tapete
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Tapisserie
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
τοποθετώ ταπετσαρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polstern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ταπετσαρία τοίχου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wandbehang
Ⓦ
Ⓖ
…