dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ταξινόμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Klassifizierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ταξινόμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Klassifikation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ταξινόμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ordnung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ταξινόμηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einteilung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
ταξινόμηση στον προϋπολογισμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sachliche Spezialität des Budgets
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ταξινόμηση οχήματος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Zulassung des Fahrzeugs
Ⓦ
Ⓖ
…