dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
τα
σύνορα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Grenzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
γιατροί χωρίς σύνορα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ärzte ohne Grenzen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ενδοκοινοτικά σύνορα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Binnengrenze EG
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εγγύτητα στα σύνορα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Grenznähe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
εθνικά σύνορα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Landesgrenze
Ⓦ
Ⓖ
…