dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
ρίνισμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Feilen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
τα
ρινίσματα σιδήρου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Eisenspäne
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
τα
ρινίσματα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Metallspäne
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
τα
ρινίσματα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schleifstaub
Ⓦ
Ⓖ
…