dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schauder
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nervenkitzel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
ρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Schüttelfrost
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Frost
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
σφρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Elan
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
με πιάνει ρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erschauern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
σφρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kraft
Ⓦ
Ⓖ
…
σφρίγος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schwung
Ⓦ
Ⓖ
…