dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Fürsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wohlfahrt
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Umsicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
πρόνοια για τη νεολαία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Jugendfürsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινωνική πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Sozialfürsorge
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κοινωνική πρόνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wohlfahrt
Ⓦ
Ⓖ
…