dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ποτάμι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fluss
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ουσιαστικό
η
ποταμιά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Au
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ποτάμιος στόλος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Binnenschiffsflotte
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ποτάμιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fluss-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ποταμίσιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Fluss-
Ⓦ
Ⓖ
…