dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eindringlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Druck-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
drückend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
πιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dringend
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
καταπιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bedrückend
Ⓦ
Ⓖ
…
καταπιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tyrannisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
καταπιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unterdrückend
Ⓦ
Ⓖ
…
!
καταπιεστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Unterdrückungs-
Ⓦ
Ⓖ
…