dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
παιδαγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Lehrer
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
παιδαγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Erzieher
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
παιδαγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pädagoge
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
κοινωνικός παιδαγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Sozialpädagoge
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κοινωνική παιδαγωγός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Sozialpädagogin
Ⓦ
Ⓖ
…