dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ονομαστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
bekannt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ονομαστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
berühmt
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ονομαστός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
namhaft
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ακατονόμαστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unaussprechlich
Ⓦ
Ⓖ
…