dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
νόρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Norm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
νόρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorgabe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
ευρωπαϊκή νόρμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Euronorm
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Νορμανδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Normandie
Ⓦ
Ⓖ
…