dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
νευρικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
nervös
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
νευρικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Nerven-
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
νευρικός κλονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Nervenzusammenbruch
Ⓦ
Ⓖ
…
νευρικός κλονισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Schock
Ⓦ
Ⓖ
…