dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
λεπτομέρεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Detail
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λεπτομέρεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Einzelheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λεπτομέρεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kleinigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
λεπτομερειακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausführlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
λεπτομέρεια εικόνας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bildausschnitt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτομερειακός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
detailliert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
με κάθε λεπτομέρεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
detailliert
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γούνινη λεπτομέρεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fellbesatz
Ⓦ
Ⓖ
…