dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
το
λαρύγγι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kehle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λαρύγγι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kehlkopf
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
λαρύγγι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rachen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
λαρυγγίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
jodeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λαρυγγισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Jodeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
λαρυγγισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Jodler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λαρυγγικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kehlkopf-
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
λαρυγγίτιδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kehlkopfentzündung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
λαρυγγισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Triller
Ⓦ
Ⓖ
…