dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κατάρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Fluch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Επίθετο
καταραμένος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verflucht
Ⓦ
Ⓖ
…