dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
καλούπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Schablone
Ⓦ
Ⓖ
…
!
καλούπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Form
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καλούπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Gussform
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
καλούπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Modell
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
βάζω σε καλούπι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gießen
Ⓦ
Ⓖ
…